Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


impubblicàbile  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [impubbliˈkabile]

1 αδημοσίευτος
2 που δεν μπορεί να δημοσιευτεί


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  imprudenza impube  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

improvviso (επίθ.)
imprudente (ουσ αρσ και θηλ.)
imprudente (επίθ.)
imprudentemente (επίρ.)
imprudenza (θηλ.ουσ)
impubblicabile (επίθ.)
impube (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
impubere (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
impudente (ουσ αρσ και θηλ.)
impudente (επίθ.)
impudenza (θηλ.ουσ)
impudicizia (θηλ.ουσ)
impudico (επίθ.)
impugnabile (επίθ.)
impugnabilità (θηλ.ουσ)
impugnare (ρ.αμτβ.)
impugnare (ρ. μτβ.)
impugnatore (ουσ αρσ )
impugnatura (θηλ.ουσ)
impugnazione (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---