Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimpossibilitàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [impossibiliˈtato] 1 στερημένος από ισχύ ή ελπίδα επιτυχίας 2 αβοήθητος 3 ανίκανος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |