Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimperturbàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [imperturˈbato] 1 ήρεμος 2 απαθής 3 αδιάφορος 4 ατάραχος 5 αδιατάρακτος 6 γαλήνιος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |