Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimpaurìre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [impauˈrire] φοβίζω impaurirsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [impauˈrirsi] φοβάμαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |