Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimpavesàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [impaveˈzata] 1 πλευρά πλοίου άνω καταστρώματος 2 θωράκιο πλοίου 3 παραπέτο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |