Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimpazzàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [impatˈtsare] 1 τρελαίνομαι 2 σβολιάζω (για κρέμα) 3 παραφρονώ 4 χάνω τη σταθερότητα (για πυξίδα) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |