Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimmascherare
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [immaskeˈrare] 1 μεταμφιέζω 2 μασκαρεύω immascherarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [immaskeˈrarsi] 1 μεταμφιέζομαι 2 μασκαρεύομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |