Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimbocciare
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [imbotˈʧare] 1 λουλουδίζω 2 μπουμπουκιάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |