Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόghindàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ginˈdare] 1 ανυψώνω (με τροχαλία ή βίντζι κλπ) 2 ανεβάζω (με σκοινιά κλπ) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |