Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόghiottonerìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [gjottoneˈria] 1 κάτι σπάνιο 2 λιχουδιά 3 λαιμαργία 4 πλεονεξία 5 απληστία 6 μεζές permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |