Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgettóne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ʤetˈtone] η μάρκα permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαlavanderia [θηλ.] a gettoni = το πλυντήριο με μάρκες Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |