Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgarìtta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [gaˈritta] 1 φυλάκιο σε σιδηροδρομική διάβαση 2 φυλάκιο σκοπιάς permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |