Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfìco
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈfiko] το σύκο permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαfico [αρσ.] d'India = το φραγκόσυκο Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |