ItalianoGreco


fattìvo  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [fatˈtivo]

1 δραστικός
2 ουσιαστικός
3 ενεργός
4 αποτελεσματικός
5 δραστήριος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---