Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόespórre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [esˈporre] 1 (merci, opera, fatti) εκθέτω 2 (relazione) κάνω έκθεση esporsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [esˈporsi] εκτίθεμαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |