Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόesortazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ezortatˈtsjone] 1 παρακίνηση 2 ενθάρρυνση 3 προτροπή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |