Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόescreàto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [eskreˈato] 1 πτύελο 2 φτύσιμο 3 σάλια και μύξες permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |