Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόesacerbazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ezaʧerbatˈtsjone] 1 φαρμάκωμα 2 πικραμός 3 πίκραμα 4 οργή 5 θλίψη 6 πίκρανση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |