Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόemozionàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [emottsjoˈnato] 1 καταγοητευμένος 2 συγκινημένος 3 συνεπαρμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |