ItalianoGreco


effìgie  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [efˈfiʤe]

1 εικόνα
2 εικόνισμα
3 προσωπογραφία
4 είδωλο
5 απεικόνισμα
6 απεικόνιση
7 ομοίωμα
8 πορτρέτο


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---