Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόedulcoràre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [edulkoˈrare] 1 ανακουφίζω 2 μαλακώνω 3 κάνω κάτι ευχάριστο 4 γλυκαίνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |