Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόeducatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [edukaˈtore] 1 εκπαιδευτής 2 παιδαγωγός 3 θεωρητικός εκπαίδευσης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |