Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόeffemerotèca
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [effe,mɛroˈtɛka] βιβλιοθήκη με εφημερίδες και περιοδικά (χρησιμοποίησε καλύτερα το emeroteca) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |