Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdissennatézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [dissennaˈtettsa] 1 ηλιθιότητα 2 τρέλα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |