Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdirezionàle
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [direttsjoˈnale] ενδεικτικό όργανο κατεύθυνσης direzionàle επίθετο Προσφορά I.P.A.: [direttsjoˈnale] 1 διευθυντικός 2 διοικητικός 3 κατευθυντικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |