Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdeverbatìvo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [deverbaˈtivo] 1 ρηματικός 2 σχηματιζόμενος από ρήμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |