Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdesùmere
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [deˈsumere], [deˈzumere] 1 σταχυολογώ 2 συμπεραίνω αφαιρετικά 3 συνάγω με λογική ανάλυση 4 εικάζω 5 συμπεραίνω με υποθέσεις 6 εξάγω συμπέρασμα 7 μαζεύω σταδιακά 8 εξάγω 9 συμπεραίνω 10 μαζεύω πληροφορίες μία-μία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |