Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdepositàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [depoziˈtato] 1 καταχωρημένος 2 εγγεγραμμένος 3 κατατεθειμένος permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαmarchio [αρσ.] depositato = σήμα κατατεθέν Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |