Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcredènza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kreˈdɛntsa] 1 σκευοθήκη 2 ντουλάπι κουζίνας 3 μπουφές 4 πίστη 5 πεποίθηση 6 πίστωση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |