Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconveniènte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [konveˈnjɛnte] 1 συμφέρων (-ουσα, -ον) 2 (economico) φτηνός (-ή, -ό) 3 (opportuno) κατάλληλος (-η, -ο) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |