Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconfutatìvo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [konfutaˈtivo] 1 αναιρετικός 2 ανασκευαστικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |