Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconflittualità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [konflittualiˈta] 1 σύγκρουση 2 αγώνας 3 διαφωνία 4 διαμάχη 5 βίαιη και πικρή διαφωνία 6 διένεξη 7 σύρραξη 8 πάλη 9 συμπλοκή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |