Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


confàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [konˈfarsi]

1 κάνω
2 αρμόζω
3 ταιριάζω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  confagricolo confederale  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

conestabile (ουσ αρσ )
confabulare (ρ.αμτβ.)
confabulazione (θηλ.ουσ)
confacente (επίθ.)
confagricolo (επίθ.)
confarsi (ρ. μ. αμτβ.)
confederale (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
confederare (ρ. μτβ.)
confederarsi (ρ. μ. αμτβ.)
confederativo (επίθ.)
confederato (αρσ. επίθ και ουσ)
confederazione (θηλ.ουσ)
conferenza (θηλ.ουσ)
conferenziere (ουσ αρσ )
conferimento (ουσ αρσ )
conferire (ρ.αμτβ.)
conferire (ρ. μτβ.)
conferma (θηλ.ουσ)
confermare (ρ. μτβ.)
confermarsi (ρ. μ. αμτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---