Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconferiménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [konferiˈmento] 1 συνεισφορά 2 αναγόρευση 3 διορισμός σε αξίωμα ή θέση 4 συμβολή 5 βραβείο 6 επίδοση 7 απονομή 8 δωρεά 9 παροχή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |