Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcondizionàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [kondittsjoˈnato] 1 προετοιμασμένος 2 φορμαρισμένος 3 γενόμενος υπό όρους 4 υποθετικός 5 αντανακλαστικός permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαaria [θηλ.] condizionata = ο κλιματισμός Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |