Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcomposizióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kompozitˈtsjone] 1 στοιχειοθεσία 2 δοκίμιο 3 συγγραφή 4 διακανονισμός 5 μίγμα (χημεία) 6 συναρμολόγηση 7 συμφιλίωση 8 διαπλοκή 9 αρμονική σύνδεση 10 σύνθεση 11 σύνθεμα 12 συγκρότηση 13 υφή 14 σύσταση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |