Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcentènne
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ʧenˈtɛnne] εκατόχρονος centènne επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ʧenˈtɛnne] 1 κοσμικός (μη κληρικός) 2 εκατόχρονος 3 εγκόσμιος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |