Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcastigamàtti
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [kas,tigaˈmatti] 1 αυστηρός σε πειθαρχία 2 ψείρας σε λεπτομέρειες 3 μπαστούνι 4 ρόπαλο κοντό 5 πρόσωπο τρομοκράτησης παιδιών 6 μπαμπούλας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |