Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcamminàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kammiˈnata] 1 βάδισμα 2 βηματισμός 3 πεζοπορία 4 περπάτημα 5 περίπατος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |