Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbùrchio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈburkjo] 1 πλοιάριο πολυτελές 2 φορτηγίδα 3 μαούνα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |