Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbrasiliàno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [braziˈljano] ο Βραζιλιλανος, η Βραζιλιάνα brasiliàno επίθετο Προσφορά I.P.A.: [braziˈljano] βραζιλιανικός (-ή, -ό) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |