Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbravàccio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [braˈvatʧo] 1 ψευτοπαλικαράς 2 καυχησιάρης 3 αλαζόνας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |