Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbollìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [bolˈlino] 1 κουπόνι 2 κουπόνι δώρου σε πελάτη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |