Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbeccheggiàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [bekkedˈʤare] 1 προνευστάζω 2 προνεύω 3 σκαμπανεβάζω 4 κινούμαι πάνω-κάτω (πλοίο ή αεροσκάφος) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |