ItalianoGreco


beccatèllo  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [bekkaˈtɛllo]

1 ξύλινο καρφί
2 παλούκι
3 ξύλινος πείρος
4 βραχίων στήριξης
5 αρχιτεκτονικό μέλος υποστήριξης


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---