Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόavvaloràre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [avvaloˈrare] 1 δυναμώνω 2 ενισχύω 3 επιβεβαιώνω avvaloràrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [avvaloˈrarsi] 1 ενισχύομαι 2 ενδυναμώνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |