Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaumentàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [aumenˈtare] αυξάνομαι aumentàre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [aumenˈtare] αυξάνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |