Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόammorzàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ammorˈtsare] 1 ησυχάζω 2 σμικρύνω 3 κατευνάζω 4 αδυνατίζω 5 καθησυχάζω 6 λιγοστεύω 7 απαλύνω 8 εξασθενώ 9 εξασθενίζω 10 μειώνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |