Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόambròsia
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [amˈbrɔzja] 1 αμβροσία 2 τροφή των αρχαίων Θεών 3 φαγητό εξαιρετικά εύγευστο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |