Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaggravàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [aggraˈvato] 1 επιβαρυμένος 2 αυξημένος 3 επιδεινωμένος 4 σε χειρότερη κατάσταση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |